Η παγκόσμια αποψίλωση των δασών μειώνεται. Ή μήπως όχι;
Το 2013, ο Matt Finer, ένας ερευνητής του Οργανισμού Διατήρησης του Αμαζονίου, άκουσε από τους ντόπιους ότι κάποιοι είχαν κόψει δέντρα από το τροπικό δάσος, βαθιά, κοντά στα σύνορα με το Περού, μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα.
Έτσι ο Finer και οι συνεργάτες του έκαναν κάτι που θα ήταν ανήκουστο 10 χρόνια πριν: χρησιμοποιώντας δορυφορικές εικόνες υψηλής ανάλυσης, βρήκαν ένα-δύο εκτάρια με κομμένα δέντρα σε μια φαινομενικά αδιαπέραστη δασική έκταση.
“Μπορείτε να δείτε μόνο αυτό το μικρό ελάχιστο της απώλειας δασών και να πείτε, Ίσως αυτό να είναι όλο,” λέει ο Finer.
Μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, η ομάδα παρακολούθησε την καταστροφή να εξαπλώνεται από μόλις λίγα εκτάρια σε πάνω από 2.000. Τελικά η απώλεια συνδέθηκε με την United Cacao, μια εταιρεία που εδρεύει στα Νησιά Κέιμαν με φιλοδοξίες να γίνει ο “μεγαλύτερος και με χαμηλότερο κόστος εταιρικός καλλιεργητής κακάο του κόσμου”, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της. Οπλισμένοι με δραματικές δορυφορικές εικόνες, ο Finer και οι συνεργάτες του πήγαν την ιστορία στην περουβιανή κυβέρνηση και στον Τύπο, ελπίζοντας να κάνουν τη διαφορά. Η υπόθεση βρίσκεται τώρα σε δικαστήριο του Περού, που θα καθορίσει εάν η εταιρεία έλαβε τα κατάλληλα μέτρα πριν από την εκκαθάριση των δασών. Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τον Finer, το Υπουργείο Γεωργίας ανταποκρίθηκε χτυπώντας την United Cacao με “παράλυση” με σκοπό να σταματήσει τη λειτουργία της. Αλλά, όπως λέει ο Finer, εβδομαδιαίες δορυφορικές εικόνες δείχνουν ότι η United Cacao δεν έχει συμμορφωθεί. “Η αποψίλωση των δασών συμβαίνει και τώρα που μιλάμε,” λέει.
Το 2008, ο εμπειρογνώμονας της βιοποικιλότητας Norman Myers είπε ότι η αποψίλωση των δασών στις τροπικές περιοχές ήταν “μία από τις χειρότερες κρίσεις από τότε που βγήκαμε από τις σπηλιές μας πριν από 10.000 χρόνια.” Η συνεχιζόμενη απώλεια προκαλεί φόβο για μαζική εξαφάνιση.
Αλλά η απώλεια των δασών — τόσο των τροπικών όσο και των εύκρατων — παίζει επίσης μεγάλο ρόλο στην παγκόσμια κλιματική κρίση: Οι ειδικοί εκτιμούν ότι το 10-15% των σημερινών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου οφείλονται στην αλλαγή της χρήσης της γης. Όχι μόνο αυτό, αλλά τα δάση είναι ζωτικής σημασίας για τον μετριασμό της διάβρωσης του εδάφους, την αναχαίτιση των πλημμυρών, της διατήρηση της καθίζησης, ακόμη και την ενίσχυση της ανθρώπινης υγείας και ευτυχίας.
Ο κόσμος έχει αγωνιστεί εδώ και δεκαετίες για την αναχαίτιση της αποψίλωσης των δασών με διάφορους τρόπους, συμπεριλαμβανομένων της θέσπισης νέων προστατευόμενων περιοχών, της βελτίωσης των νόμων και της επιβολής τους σε εθνικό επίπεδο, της δημιουργίας διεθνών προγραμμάτων όπως το REDD+, και κάνοντας τις εταιρίες να δεσμευτούν για την παντελή εξάλειψη της αποψίλωσης των δασών.
Ωστόσο, τίποτα δεν έχει αλλάξει στον τρόπο που προσεγγίζουμε την αποψίλωση των δασών, όπως η δορυφορική παρακολούθηση. Τα τελευταία χρόνια, αυτό έχει φέρει επανάσταση στην ικανότητά μας να εντοπίσουμε την αποψίλωση των δασών. Αντί να βασίζονται σε στατιστικά στοιχεία της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι ερευνητές και οι ακτιβιστές είναι πλέον σε θέση να παρακολουθούν τις αλλαγές στο δάσος από τους φορητούς υπολογιστές και κινητά τους.
Τι μας λέει αυτή η πληροφορία για το τι κάνουμε για να πολεμήσουμε την αποψίλωση των δασών — και τι μπορούμε να κάνουμε για να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος προς την κατεύθυνση αυτού του παγκόσμιου στόχου;
Παγκόσμιες Εκτιμήσεις
Πέρυσι, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών κυκλοφόρησε την τελευταία Αξιολόγηση των Παγκόσμιων Δασικών Πόρων.Σύμφωνα με την αξιολόγηση, έχουμε δει μια καθαρή απώλεια δασών της τάξης των 129 εκατομμυρίων εκταρίων το 1990, μια περιοχή περίπου του μεγέθους του Περού. Αλλά η έκθεση, που πραγματοποιείται κάθε πέντε χρόνια, διαπίστωσε επίσης ότι ο ρυθμός αποψίλωσης των δασών είχε επιβραδυνθεί πρόσφατα: τα δάση παρουσίασαν 56% λιγότερη καθαρή απώλεια ετησίως κατά τα τελευταία πέντε χρόνια από ό,τι κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '90. Η Αξιολόγηση των Παγκόσμιων Δασικών Πόρων βρήκε μια σημαντική επιβράδυνση της αποψίλωσης των δασών στις τροπικές περιοχές, ενόσω η καθαρή δασική κάλυψη στις εύκρατες περιοχές είτε ήταν σταθερή είτε είχε αυξηθεί.
Ο Anssi Pekkarinen, ηγέτης της παρακολούθησης των δασών της Διεθνούς Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) και της Ομάδας Αξιολόγησης, λέει ότιη ομάδα είναι “αρκετά βέβαιη” ότι η αποψίλωση έχει επιβραδυνθεί στις τροπικές περιοχές. Μεταξύ 1990 και 2000, τα τροπικά δάση έχασαν πάνω από 9 εκατομμύρια εκτάρια (20 εκατομμύρια στρέμματα) σε ετήσια βάση, αλλά κατά τα τελευταία πέντε χρόνια οι ετήσιες απώλειες υπερβαίνουν ελαφρώς τα 6 εκατομμύρια εκτάρια (10 εκατομμύρια στρέμματα), σύμφωνα με την Αξιολόγηση των Παγκόσμιων Δασικών Πόρων. Οι επικριτές, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι τα στοιχεία του FAO έχουν αλλοιωθεί από την εξάρτηση από τις τοπικές κυβερνήσεις με ποικίλες ικανότητες — και επιθυμίες — να παρακολουθεί με ακρίβεια ή να αναφέρει την δασοκάλυψη. Επιπλέον, οι ορισμοί του δάσους ποικίλλουν ανάλογα με την κυβέρνηση και το χρονικό διάστημα, κάνοντας τη σύγκριση της απώλειας των δασών σε βάθος δεκαετιών δύσκολη.
Εν τω μεταξύ, μία από τις πιο αυστηρές μελέτες τα τελευταία χρόνια διαπίστωσε ότι η απώλεια των δασών στην πραγματικότητα επιταχύνεται από 62% στους τροπικούς από το 1990 μέχρι το 2010.
Ο βασικός συντάκτης Do-Hyung Kim, ένας διδακτορικός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Maryland στο College Park, λέει ότι η μελέτη, που δημοσιεύθηκε το 2015 στην εφημερίδα Geophysical Research Letters, είχε ως στόχο να παρέχει μια “εναλλακτική” στα στοιχεία του FAO που βασίστηκε σε “έναν συνεκτικό ορισμό” και μεθόδους. Για να γίνει η ανάλυση, ο Kim και οι συνεργάτες του ανέλυσαν 5.444 δορυφορικές εικόνες εδάφους, συγκρίνονταςτο παρελθόν και το παρόν της δασοκάλυψης, χρησιμοποιώντας τους ίδιους ορισμούς.
Τα συμπεράσματα του Kim ενισχύθηκαν από τα ευρήματα από την μελέτη του 2013 στο περιοδικό Science, που βρήκε ότι η απώλεια των δασών στις τροπικές περιοχές αυξήθηκε κατά περισσότερο από 200.000 εκτάρια κάθε χρόνο από το 2000 έως το 2012. Η έρευνα έκρινε ότι η πρόσφατη λήψη κατασταλτικών μέτρων από την Βραζιλία σχετικά με την αποψίλωση των δασών αναιρέθηκε από την αύξηση της καταστροφής και σε άλλες τροπικές χώρες, όπως η Ινδονησία και η Μαλαισία.
“Η Βραζιλία είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας σε όλα, στη μείωση του ποσοστού της αποψίλωσης των δασών”, λέει ο βασικός συγγραφέας Matt Hansen, ένας επιστήμονας που παρακολουθεί την κατάσταση από υπολογιστή, στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ.
Υπάρχει μία μικρή διαφωνία, ωστόσο, ότι η αποψίλωση των δασών έχει επιβραδυνθεί στις εύκρατες περιοχές. Για ένα πράγμα, τα δεδομένα είναι γενικά πιο αξιόπιστα σε αυτές τις περιοχές. Σύμφωνα με την Αξιολόγηση των Παγκόσμιων Δασικών Πόρων, η καθαρή δασοκάλυψη έχει πράγματι αυξηθεί σε χώρες όπως οι Η.Π.Α., η Ρωσία και η Κίνα τα τελευταία 15 χρόνια. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτά τα έθνη δεν συνεχίζουν να αποψιλώνουν δάση, αλλά το συνολικό ποσό των εδαφών που χρησιμοποιούνται για τα δάση έχει αυξηθεί. Η Κίνα, για παράδειγμα, έχει αναλάβει φιλόδοξα προγράμματα φύτευσης δασών για την καταπολέμηση της απερήμωσης και της διάβρωσης του εδάφους (αν και τα περισσότερα από αυτά είναι φυτείες μονοκαλλιέργειας παρά ποικίλα δάση).
Μήλα και Πορτοκάλια
Παγκοσμίως, το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο των Δασών (G.F.W.) — ένα διαδραστικό εργαλείο χαρτογράφησης στο διαδίκτυο — έχει βρει ότι η απώλεια δασικής κάλυψης έχει αυξηθεί σταθερά (με κάποιες διακυμάνσεις) μεταξύ 2001 και 2014. Αλλά η Rachael Petersen, μία ερευνητής αναλύτρια για το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Πόρων, η οποία χειρίζεται το GFW, λέει ότι η σύγκριση των δεδομένων του FAO και του GFW είναι σαν “να συγκρίνουμε μήλα με πορτοκάλια.” Αυτό συμβαίνει επειδή το FAO μετράει σε μεγάλο βαθμό την αλλαγή της χρήσης γης, ενώ το GFW καλύπτει την απώλεια δασικής κάλυψης. Για παράδειγμα, η εκκαθάριση ενός δάσους στις νότιες Ηνωμένες Πολιτείες δεν θεωρείται δασική αποψίλωση από τον FAO, εφόσον η γη εξακολουθεί να ορίζεται ως ικανή να παράγει δάσος — που σημαίνει ότι σε τακτά χρονικά διαστήματα κόβουν τα δέντρα κι αυτά ξαναμεγαλώνουν. Αλλά το GFW θα ανιχνεύσει απώλεια για το έτος αυτό, επειδή οι δορυφόροι βλέπουν κομμένα δέντρα — ακόμα κι αν σύντομα αυτή η περιοχή θα είναι δάσος και πάλι.
“Στο σύνολό τους, [ο GFW και η Αξιολόγηση των Παγκόσμιων Δασικών Πόρων]τα δεδομένα μας δίνουν μια πληρέστερη κατανόηση του πως αλλάζουν τα δασικά τοπία”, λέει η Petersen.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που μαστίζει τα δεδομένα σήμερα είναι αν οι φυτείες μονοκαλλιέργειας θα πρέπει να υπολογίζονται ως δάση. Ο FAO λέει ότι δεν περιλαμβάνει φυτείες φοινικέλαιου ή μονοκαλλιέργειες οπωροφόρων δένδρων σύμφωνα με τον ορισμό των δασών, αλλά περιλαμβάνει φυτείες για παραγωγή χαρτοπολτού και χαρτιού καθώς και προσπάθειες αναφύτευσης που εξαρτώνται συνήθως σε ένα μόνο είδος. Και οι περισσότερες αναλύσεις των συνόλων των δορυφορικών δεδομένων δεν κάνουν διάκριση μεταξύ των δασικών φυτειών και των ποικιλόμορφων δασών, πράγμα που σημαίνει ότι η έρευνα εξαρτάται από δορυφόρους που μετράνε συνήθως τα ώριμα φοινικόδεντρα, τις φυτείες καουτσούκ, ακακίας ή άλλες φυτείες ως δάσος μόνο και μόνο επειδή από το μάτι ενός πουλιού μοιάζουν με δάσος.
Αλλά η ιδέα ότι κάθε φυτεία μονοκαλλιέργειας είναι δάσος τρελαίνει τους οικολόγους.
“Είναι περίπου βιολογικά παρόμοιο σαν να συγκρίνουμε τα αυτόχθονα δάση με το γκαζόν”, λέει ο William Laurance, ένας εμπειρογνώμονας για τα τροπικά δάση στο Πανεπιστήμιο Τζέιμς Κουκ στην Αυστραλία.
Ινδονησία εναντίον Βραζιλίας
Στο τέλος, καμία μέτρηση της αποψίλωσης των δασών δεν είναι αλάνθαστη. Αλλά, τελικά, μπορεί να χάνουμε τον στόχο, εστιάζοντας σε σχετικούς ρυθμούς παγκόσμιας αποδάσωσης. Ακόμα και αν στην καλύτερη περίπτωση έχουμε το σενάριο της επιβράδυνσης, η αποψίλωση των δασών εξακολουθεί να συμβαίνει με έναν μη βιώσιμο ρυθμό. Κάθε χρόνο, ο πλανήτης μας έχει λιγότερο δάσος από ό,τι πριν — και πολύ λιγότερο πρωτογενές δάσος. Κάθε χρόνο, περισσότερα είδη — πολλά από αυτά δεν αναφέρονται καν — απειλούνται με εξαφάνιση ή εξαφανίζονται. Και κάθε χρόνο περισσότερη ποσότητα αερίων του θερμοκηπίου εισέρχονται στην ατμόσφαιρα από τα δάση που καταστρέφονται.
Αυτό δεν είναι πουθενά αλλού πιο εμφανές από ό,τι στην Ινδονησία, η οποία το 2015 είδε 2,1 εκατομμύρια εκτάρια (5.200.000 στρέμματα) γης — ένα μεγάλο μέρος τύρφης και τροπικού δάσους — να γίνονται καπνός.
Κατά τη διάρκεια της ξηρής περιόδου, οι αγρότες και οι οικισμοί συνήθως καθαρίζουν την τύρφη και το τροπικό δάσος καίγοντάς τα, δημιουργώντας μία τοξική ομίχλη που, πλημμυρίζει την ευρύτερη περιοχή. Αλλά πέρυσι — εν μέρει λόγω του Ελ Νίνιο και της υπερθέρμανσης του πλανήτη — οι πυρκαγιές αποδείχθηκαν ιδιαίτερα έντονες και μακράς διαρκείας. Ο Erik Meijaard, οικολόγος με βάση την Ινδονησία, τις αποκάλεσε “το μεγαλύτερο περιβαλλοντικό έγκλημα του 21ου αιώνα” που ακόμα και η πολύμηνη κρίση απέτυχε να πετύχει παρόμοια παγκόσμια προσοχή των μέσων ενημέρωσης, όπως η πετρελαιοκηλίδα του Deepwater Horizon στον Κόλπο του Μεξικού το 2010.
Συνολικά, η καταστροφή είχε ως αποτέλεσμα τον άμεσο θάνατο 21 ανθρώπων, τουλάχιστον μισό εκατομμύριο οξείες αναπνευστικές λοιμώξεις, εκατοντάδες ακυρώσεις πτήσεων και ανυπολόγιστες επιπτώσεις για την άγρια πανίδα. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά μία συνολική απώλεια για την ινδονησιακή οικονομία που εκτιμάται σε περισσότερα από 16 δισεκατομμύρια αμερικανικά δολάρια. Απελευθέρωσε επίσης μια βόμβα άνθρακα: Κατά την κορύφωσή τους, οι πυρκαγιές εξέπεμπαν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα σε καθημερινή βάση από ό,τι το σύνολο της οικονομίας των ΗΠΑ.
Για εκείνους που έχουν ακολουθήσει την αναταραχή των δασικών πολιτικών της Ινδονησίας, κανένα από αυτά δεν ήταν έκπληξη. Υποφέροντας από δεκαετίες διαφθοράς, χαλαρούς νόμους, αποκεντρωμένη διακυβέρνηση και ισχυρούς βιομηχανικούς παίκτες, τα δάση της Ινδονησίας είναι σε κρίση.
Αλλά, ίσως η Ινδονησία πρέπει να εξετάσει την Βραζιλία. Η χώρα του Αμαζονίου ήταν κάποτε ο παγκόσμιος παρίας, όταν έφτασε στην καταστροφή των τροπικών δασών. Τώρα οι ειδικοί επανειλημμένα δείχνουν προς αυτήν ως ένα πρότυπο για το πως γίνεται πράξη η πραγματική καταπολέμηση της αποψίλωσης των δασών. Όντας ηγέτης στην εφαρμογή της παρακολούθησης μέσω δορυφόρου, η Βραζιλία έχει συνδυάσει τη νέα τεχνολογία με την ισχυρή διακυβέρνηση, τους αυστηρούς δασικούς νόμους και τις τεράστιες προστατευόμενες περιοχές. Και αυτό λειτουργεί: Η αποψίλωση των δασών στη Βραζιλία μειώθηκε 70 με 80 τοις εκατό από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 μέχρι σήμερα — αν και έχει αυξηθεί ελαφρώς κατά τα τελευταία χρόνια.
“Η Βραζιλία είναι η καλύτερη μέχρι σήμερα όσον αφορά την παρέμβαση στην συνεχιζόμενη αποψίλωση των δασών με δυναμισμό και πραγματικά σημείωσε σημαντική μείωση», λέει ο Χάνσεν, ο οποίος επισημαίνει “την δραστήρια κοινωνία των πολιτών, τις κυβερνητικές εντολές και έναν αφοσιωμένο ιδιωτικό τομέα” της χώρας ως κλειδί για την αρχική επιτυχία. Με λίγα λόγια, πολλά ενδιαφερόμενα μέρη της Βραζιλίας, συνδυάστηκαν για να αναλάβουν ένα εξαιρετικά περίπλοκο, αλλά όχι άλυτο, πρόβλημα. Η μάχη εκεί δεν τελείωσε, αλλά κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση.
“Η επανάληψη των ίδιων συνθηκών αλλού μπορεί να αποδειχθεί δύσκολη”, λέει ο Χάνσεν. Για παράδειγμα, στην Ινδονησία, η βιομηχανία φοινικέλαιου υποβαθμίζει συνήθως το πρόβλημα και η κυβέρνηση εξακολουθεί να στέλνει αντιφατικά μηνύματα σχετικά με τη σημασία (ή την έλλειψη αυτής) για την προστασία των δασών, ακόμη και να φτάνει στο σημείο να επικρίνει τις πρόσφατες δεσμεύσεις για μηδέν αποψίλωση των δασών από τις εταιρείες.
Προχωρώντας μπροστά
Πολλοί έχουν την ελπίδα ότι η συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, η οποία υπεγράφη από σχεδόν κάθε έθνος στον κόσμο το Δεκέμβριο, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα εποχή για τα δάση του κόσμου. Στην συμφωνία περιλαμβάνεται ένα αίτημα των χωρών για την διατήρηση και την ενίσχυση των δασών με σκοπό τον περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Η συμφωνία του Παρισιού παρείχε επίσης σημαντική στήριξη στο REDD+, ένα πολυσυζητημένο πρόγραμμα που καθιερώνει έναν μηχανισμό με τον οποίο οι πλούσιες χώρες πληρώνουν τις φτωχές τροπικές χώρες για να διατηρήσουν τα δάση τους ακέραια. Υπό συζήτηση για μια δεκαετία, το πρόγραμμα δεν έχει ακόμη αποδείξει την αξία του και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μια σειρά από κριτικές. Αλλά μία δέσμευση 5 δις αμερικανικών δολαρίων από τη Νορβηγία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο στο REDD+ που ανακοινώθηκε την πρώτη ημέρα των συνομιλιών στο Παρίσι θα πρέπει να έκανε το πρόγραμμα τελικά τρέξει σε γρήγορους ρυθμούς.
Παράλληλα, κάθε χρόνο περισσότερες από τις μεγαλύτερες εταιρείες και βιομηχανίες του κόσμου αναγγέλλουν υποσχέσεις για “μηδέν αποψίλωση των δασών”, μια τάση που ξεκίνησε στη Βραζιλία το 2008. Πολλές από αυτές τις υποσχέσεις δεν τίθενται σε ισχύ για 5 ή ακόμα και 15 χρόνια και, ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα είναι, όταν οι υποσχέσεις συχνά ισχύουν μόνο για τα λεγόμενη δάση υψηλής διατήρησης, ένας ορισμός που παραμένει υπό σκληρή διαπραγμάτευση, αλλά ουσιαστικά σημαίνει δάση με υψηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα ή σπάνια είδη. Ακόμα κι έτσι, τέτοιες υποσχέσεις δείχνουν ότι τουλάχιστον κάποιοι στον ιδιωτικό τομέα αρχίζουν να κρίνουν την αποψίλωση των δασών ως μη επιτρεπτή πλέον.
Τέλος, οι ειδικοί λένε ότι η αναγνώριση των δικαιωμάτων των κατοίκων της περιοχής και των αυτοχθόνων ομάδων στα παραδοσιακά δάση τους θα μπορούσε να είναι ένας από τους ευκολότερους, φθηνότερους και πιο αποτελεσματικούς τρόπους για την προστασία των ακέραιων δασών από την ισοπέδωση. Πολλές αυτόχθονες ομάδες εξακολουθούν να στερούνται νομικής κατοχής στα παραδοσιακά εδάφη τους στις τροπικές χώρες, αλλά εκεί όπου έχουν εξασφαλίσει τα δικαιώματά τους — για παράδειγμα σε περιοχές της Βραζιλίας — η έρευνα δείχνει συχνά ότι τα δάση είναι καλά προστατευμένα. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι αυτόχθονες ομάδες βοήθησαν ακόμα καλύτερα στην ανάσχεση της αποψίλωσης των δασών από ό,τι οι κυβερνητικές κυρώσεις στις προστατευόμενες περιοχές. Οι προσπάθειες για την επίτευξη των δικαιωμάτων των ιθαγενών για τα δάση βρίσκονται σε εξέλιξη, αλλά κινούνται με αργούς ρυθμούς για πολλές από αυτές τις ομάδες που παρακολουθούν τα δάση τους — και τον τρόπο ζωής τους — να εξαφανίζονται με τα αλυσοπρίονα.
Αλλού ανήσυχοι πολίτες, κάνουν επίσης ό,τι μπορούν με το να είναι ευσυνείδητοι σχετικά με αγορές που μπορεί να εμπεριέχουν προϊόντα προερχόμενα από αποψιλωμένα δάση, συμπεριλαμβανομένων των πάντων, από χαρτί μέχρι ξυλεία και από βόειο κρέας μέχρι φοινικέλαιο. Εξίσου σημαντικό είναι η υποστήριξη σε θαρραλέες ομάδες και άτομα για να ασκήσουν πίεση στους ηγέτες του κόσμου να προστατεύσουν τα εναπομείναντα δάση μας ανάμεσα στο δίδυμο κλίμα και κρίση βιοποικιλότητας. Αν η Βραζιλία είναι ένα παράδειγμα, θα πρέπει όλοι να συνδράμουν — οι κυβερνήσεις, η βιομηχανία και οι πολίτες — ώστε να τερματιστεί πραγματικά η αποψίλωση των δασών.
πηγή
πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου